ὑπέσταν

ὑπέσταν
ὑφίστημι
place
plup ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic parad-form prose)
ὑπέστᾱν , ὑφίστημι
place
aor ind act 3rd pl (doric)
ὑπέστᾱν , ὑφίστημι
place
aor ind act 1st sg (doric)
ὑφίστημι
place
aor ind act 3rd pl (epic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • υπόσχεση — η / ὑπόσχεσις, έσεως, ΝΜΑ η διαβεβαίωση ότι θα κάνει κάποιος κάτι, το να αναλαμβάνει κανείς την υποχρέωση να κάνει κάτι (α. «μού έδωσε πολλές υποσχέσεις αλλά δεν τίς τήρησε» β. «πρὶν ἢ τὴν ὑπόσχεσιν ἔργον σοι γενέσθαι», Λουκιαν. γ. «ἐγὼ δ ἂν οὐ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”